Το στάδιο της επιβολής της ποινής μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ο «ακρογωνιαίος λίθος της ποινικής δικαιοσύνης». Η επιβολή της ποινής έχει πολλές φορές ως σκοπό είτε την προστασία της κοινωνίας, που επιτυγχάνεται μέσω του περιορισμού του αδικοπραγούντος στη φυλακή, είτε την αποτροπή τόσο του ίδιου όσο και τρίτων προσώπων προς διάπραξη άλλων αδικημάτων. Επιπρόσθετα, μέσω της επιβολής ποινής ειδικά προσαρμοσμένης στις ανάγκες του αδικοπραγούντα, μπορεί να αποσκοπεί πολλές φορές στην αναμόρφωση του.

Η Κύπρος ως χώρα του Κοινοδικαίου αντανακλά σε μεγάλο βαθμό το Αγγλικό σύστημα επιβολής ποινών της δεκαετίας του 1970 χωρίς όμως να έχει ακολουθήσει τις σύγχρονες μεταρρυθμίσεις του. Κατά τις δεκαετίες 1960-1970 στην Αγγλία έγιναν προσπάθειες μείωσης της χρήσης των ποινών στερητικών της προσωπικής ελευθερίας μέσω της πρόβλεψης νέων μορφών ποινών, όπως προσφορά κοινωνικής εργασίας και νέες μορφές επιτήρησης.

Οι ποινές που επιβάλλονται στην Κύπρο ορίζονται κατά βάση στον Ποινικό Κώδικα (Κεφ.154) καθώς και σε επιμέρους ειδικούς νόμους, ενώ το Άρθρο 12(3) του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας ρητά προβλέπει πως «Ο νόμος δεν δύναται να προβλέψη ποινήν δυσανάλογον προς την βαρύτητα του αδικήματος». Μια ματιά στα στατιστικά των τελευταίων ετών καταδεικνύει πως στην Κύπρο κατά κύριο λόγο επιβάλλονται χρηματικές ποινές (πρόστιμα), ποινές φυλάκισης καθώς και φυλάκιση με αναστολή.

Ποινές μη-στερητικές της προσωπικής ελευθερίας στην Κύπρο είναι:

Χρηματική Ποινή ή Πρόστιμο

Για την επιβολή αυτής της περιουσιακής ποινικής κύρωσης λαμβάνεται υπόψη η οικονομική δυνατότητα του αδικοπραγούντος και το ανώτατο όριο αναφέρεται στη σχετική νομοθεσία. Κατά κανόνα είναι ανεπιθύμητο να επιβάλλεται ποινή φυλάκισης και πρόστιμο μαζί. Η χρηματική ποινή είναι από τις συνηθέστερα επιβαλλόμενες ποινές από τα Κυπριακά Δικαστήρια.

Καταβολή αποζημίωσης από τον καταδικασθέντα στο πρόσωπο που ζημιώθηκε από τη διάπραξη του αδικήματος

Η ποινή αυτή απαλλάσσει από τον πονοκέφαλο μιας αστικής δίκης και επιπρόσθετα δίνει στο δικαστήριο την ευκαιρία να δείξει ότι αναγνωρίζει τις ανάγκες και τα δικαιώματα του θύματος. Κυρίως επιβάλλεται σε υποθέσεις κλοπών και σπάνια χρησιμοποιείται από τα Κυπριακά Δικαστήρια.

Παροχή εγγύησης για την τήρηση της τάξης και για καλή διαγωγή

Επιβάλλεται σε περιπτώσεις διάπραξης «ελαφρών» αδικημάτων. Το δικαστήριο καθορίζει τους όρους της εγγύησης, το ποσό και τη χρονική διάρκεια. Σε περίπτωση παραβίασης της εγγύησης το δικαστήριο δύναται να διατάξει κατάσχεση όλου ή μέρους της εγγύησης επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινή τυχόν ήθελε επιβάλει για το διαπραχθέν αδίκημα.

Παροχή εγγύησης για προσέλευση σε ακρόαση δικαστικής απόφασης

Το δικαστήριο δύναται αντί να επιβάλει ποινή να απολύσει τον κατηγορούμενο, εφόσον αναλάβει υποχρέωση να προσέλθει και να ακούσει τη δικαστική απόφαση. Η επανάκληση εξαρτάται συνήθως από τη μελλοντική του συμπεριφορά. Εάν ο κατηγορούμενος παραβιάσει τους όρους της απόλυσης του μπορεί να τιμωρηθεί τόσο για το αδίκημα για το οποίο απολύθηκε με όρους όσο και για το νέο αδίκημα το οποίο διέπραξε.

Επιτήρηση (supervision)

Συνδυάζεται φυλάκιση με επιτήρηση μέχρι και 5 χρόνια μετά την εκπνοή της ποινής για υπότροπους εγκληματίες (εφόσον έχουν καταδικαστεί τουλάχιστον 2 φορές για αδίκημα που τιμωρείται με 2 ή περισσότερα χρόνια φυλάκισης). Το δικαστήριο δύναται να ακυρώσει το διάταγμα επιτήρησης εάν το πρόσωπο υπό επιτήρηση υποδείξει καλή διαγωγή. Εάν δεν συμμορφωθεί είναι ένοχος ποινικού αδικήματος.  

Διάταγμα Κηδεμονίας (Probation)

Αν το Δικαστήριο κρίνει ορθό μπορεί αφού λάβει υπόψη τις περιστάσεις τέλεσης του αδικήματος και το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, να εκδώσει διάταγμα κηδεμονίας. Θέτει έτσι τον αδικοπραγούντα υπό την επιτήρηση κηδεμονευτικού λειτουργού για περίοδο όχι μικρότερη 1 χρόνου και όχι μεγαλύτερη 3 χρόνων. Επιβάλλονται επιπλέον τυχόν όροι, οι οποίοι θεωρούνται αναγκαίοι για την εξασφάλιση της καλής διαγωγής του αδικοπραγούντος ή για την αποτροπή επανάληψης από αυτόν του ίδιου αδικήματος ή της διάπραξης άλλων αδικημάτων.

Διάταγμα κηδεμονίας με όρους κοινωνικής εργασίας ή επιμόρφωσης

Ο κηδεμονευόμενος εκτελεί εργασία χωρίς αμοιβή για καθορισμένο χρονικό διάστημα και υπό την εποπτεία Κηδεμονευτικού λειτουργού. Το πιο πάνω διάταγμα μπορεί να εκδοθεί, εφόσον ο αδικοπραγών αποδέχεται, γίνουν οι κατάλληλες διευθετήσεις από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ο αδικοπραγών είναι πρόσωπο κατάλληλο, βάση έκθεσης κηδεμονευτικού λειτουργού. Συνήθως επιβάλλεται σε νεαρούς αδικοπραγούντες οι οποίοι πρέπει να παρουσιάζονται και να συνεργάζονται με τον κηδεμονευτικό λειτουργό, να πληροφορούν για κάθε αλλαγή της διεύθυνσης τους και να παρακολουθούν μαθήματα που καθόρισαν το δικαστήριο και ο λειτουργός. Εάν δεν συμμορφωθεί προσάγεται ενώπιον του δικαστηρίου.

Διάταγμα απόλυτης ή υπό όρους απαλλαγής

Εφόσον λάβει υπόψη περιστάσεις και τον χαρακτήρα του αδικοπραγούντος και κρίνει ότι δεν είναι σκόπιμο να επιβάλει ποινή, δύναται να τον απαλλάξει απόλυτα ή με όρους (πχ. ένα χρόνο καλής συμπεριφοράς).

Διάταγμα ανάθεσης της φροντίδας ανηλίκου

Σύμφωνα με τον Περί Αδικοπραγούντων ανηλίκων Νόμο (ΚΕΦ.157) πρόκειται για παίδες (ανήλικους κάτω των 14 ετών) ή «νεαρά» πρόσωπα (ανηλίκους 14-16 ετών). Το δικαστήριο έχει επιπρόσθετη εξουσία να αναθέσει τη φροντίδα ανηλίκου σε συγγενικό ή άλλο πρόσωπο ή να τοποθετήσει τον ανήλικο σε αναμορφωτικό σχολείο. Αναμορφωτικά σχολεία αυτή την στιγμή δεν λειτουργούν στην Κύπρο.

Δήμευση ή κατάσχεση

Κατακράτηση παράνομων αντικειμένων που λήφθηκαν από την αστυνομία κατά τη διερεύνηση αδικήματος, εάν ενδείκνυται από τη φύση του πράγματος ανάλογα με τη σοβαρότητα του εγκλήματος και την αξία του αντικειμένου (αρχαιότητες, ναρκωτικά, όπλα). Αποτελεί είδος τιμωρίας και η επιβολή της αποτελεί θέμα της διακριτικής ευχέρεια του δικαστηρίου, την οποία πρέπει να δικαιολογεί επαρκώς.

Διάταγμα Αποκλεισμού

Εκδίδεται εναντίον προσώπου που κατηγορείται για την διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος βίας στην οικογένεια, το οποίο απαγορεύει να εισέρχεται ή να παραμένει στην οικογενειακά κατοικία. Για την έκδοση του απαιτείται απόδειξη ιστορικού επανειλημμένων πράξεων, η βία που ασκήθηκε να έχει προκαλέσει σωματική, σεξουαλική ή ψυχική βλάβη που θέτει σε κίνδυνο το θύμα και άρνηση του κατηγορούμενου να παρακολουθήσει μαθήματα.

Πέραν των πιο πάνω ποινών υπάρχουν και άλλες ειδικές ποινικές διατάξεις οι οποίες προβλέπουν την αποστέρηση διάφορων αδειών όπως κατοχής ή απόκτησης άδειας οδηγού και άδειας κατοχής όπλου, διάταγμα κατεδάφισης παράνομων οικοδομών, διάταγμα μόνωσης φρέατος, διάταγμα εκρίζωσης αμπελώνα ή καταβολή των εξόδων της κατηγορίας.    

Συμπερασματικά, υπάρχει ένα ευρύ φάσμα ποινών μη-στερητικών της προσωπικής ελευθερίας διαθέσιμο στα κυπριακά δικαστήρια. Η συστηματική αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός του δικαίου στην χώρα μας είναι απαραίτητα, ιδιαίτερα δεδομένης της αυξανόμενης εγκληματικότητας, της συμφόρησης των φυλακών, του υψηλού οικονομικού και κοινωνικού κόστους της ποινικής δικαιοσύνης, καθώς και του μεγάλου αριθμού υπότροπων εγκληματιών. Όλα τα πιο πάνω είναι παράγοντες που καθιστούν απαραίτητη την αναθεώρηση χρήσης των ποινών μη-στερητικών της προσωπικής ελευθερίας καθώς και την θεσμοθέτηση νέων ειδών όπως ο κατ' οίκον περιορισμός και η διαμεσολάβηση.

The content of this article is intended to provide a general guide to the subject matter. Specialist advice should be sought about your specific circumstances.